Αν υπάρχει κάτι που χρειάζεται ιδιαίτερο σχολιασμό σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις με την εταιρεία «Μαρινόπουλος», αυτό είναι η στάση της κυβέρνησης.
Οταν έγινε γνωστή η αίτηση για υπαγωγή της εταιρείας στον πτωχευτικό κώδικα, το υπουργείο Εργασίας εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «παρακολουθεί στενά τις διεργασίες στον κλάδο του λιανικού εμπορίου και ιδιαίτερα στην εταιρεία "Μαρινόπουλος ΑΕ" για την εξεύρεση της προσφορότερης λύσης που θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά της».
Δηλαδή, η κυβέρνηση παρακολουθεί εδώ και μήνες την «Μαρινόπουλος» να κλείνει καταστήματα και να απολύει, την «Ηλεκτρονική» να βαράει «κανόνι», την πρώην «Αρβανιτίδης» να χρωστάει μισθούς και δώρα, και δεν έχει κάνει το παραμικρό για να προστατέψει τους εργαζόμενους, που όλο αυτό το διάστημα ζουν σε καθεστώς ανασφάλειας και ομηρίας!
Μάλιστα, την επόμενη ακριβώς μέρα, κι ενώ η εργοδοσία παρέμενε κρυμμένη από τους εργαζόμενους, ο γγ του υπουργείου ανέλαβε να την εκπροσωπήσει, λέγοντας σε ραδιοφωνικό σταθμό: «Δεν πρέπει να υπάρχει καμία ανησυχία. Η διαδικασία υπαγωγής στο άρθρο 99 δεν έχει να κάνει με πτώχευση, αλλά με προστασία, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σε ένα συγκεκριμένο πλάνο»!
Το στέλεχος της κυβέρνησης δεν μπήκε, βέβαια, στον κόπο να εξηγήσει τι θα περιλαμβάνει αυτό το «σχέδιο», στο οποίο αναφέρεται στις ανακοινώσεις της και η εργοδοσία. Αυτό που ενδιαφέρει την κυβέρνηση - και δεν το κρύβει - είναι να κάτσουν οι εργαζόμενοι στα αυγά τους, να παραμείνουν θεατές των εξελίξεων, όσο η εργοδοσία θα κανονίζει στο παρασκήνιο τις δουλειές της.
Η κυβέρνηση λέει ψέματα στους εργαζόμενους ότι δεν πρέπει να ανησυχούν. Η υπαγωγή στον πτωχευτικό κώδικα δεν διασφαλίζει κανένα από τα συμφέροντά τους, πολύ περισσότερο που ο ανταγωνισμός στον κλάδο κάνει ακόμα δυσκολότερο να επιβιώσει μια εταιρεία τέτοιου μεγέθους χωρίς δραστικές περικοπές στα λειτουργικά της έξοδα, μέρος των οποίων είναι οι μισθοί των εργαζομένων.
Από αυτήν τη σκοπιά, ακόμα κι αν για την ώρα αποφευχθεί το «λουκέτο», είναι βέβαιο ότι θα ξεκινήσει ένας νέος γύρος επίθεσης στα δικαιώματα και τις θέσεις εργασίας, ακόμα πιο σκληρός και πιο διευρυμένος από τον προηγούμενο. Άλλωστε, την ίδια καθησυχαστική τακτική ακολουθεί και η εργοδοσία, η οποία έχει το πιο άμεσο συμφέρον να αποφύγει τα «μπερδέματα» με τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, τώρα που μεθοδεύει την υπαγωγή της εταιρείας στον πτωχευτικό κώδικα.
Γι' αυτό τα στελέχη της στα καταστήματα δεν καθησυχάζουν μόνο τους εργαζόμενους ότι οι κινήσεις της εργοδοσίας αποσκοπούν αποκλειστικά στην προστασία από τους προμηθευτές, αλλά καλλιεργούν και προσδοκίες ότι θα υπάρξει εξαγορά της εταιρείας από άλλον επενδυτή και ότι η κυβέρνηση δεν θα αφήσει να κλείσει μια επιχείρηση τέτοιου μεγέθους.
Απ' αυτό το κάδρο δεν μπορεί να λείπει η πλειοψηφία του επιχειρησιακού σωματείου, που μιλάει για αγωνιστική «επαγρύπνηση», την ίδια ώρα που τα σχέδια της εργοδοσίας βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ το προηγούμενο διάστημα κλιμακώθηκε η επίθεση σε βάρος των εργαζομένων, χωρίς το σωματείο να οργανώσει καμιά ουσιαστική απάντηση.
Μάλιστα, χτες, μετά τη συνάντηση που είχε η πλειοψηφία με τον γγ του υπουργείου Εργασίας, φρόντισε να τον «ξεπλύνει» κιόλας, ανακοινώνοντας πως «δεσμεύτηκε ότι η κυβέρνηση κάνει συνεχείς παρεμβάσεις για το θέμα και η μέχρι σήμερα επιδίωξή της ήταν και θα είναι η διασφάλιση των δίκαιων αιτημάτων μας όπως αυτά της τέθηκαν»!
Είναι φανερό ότι η οργάνωση του αγώνα των εργαζομένων σε κάθε κατάστημα και πόλη είναι το πιο επείγον ζήτημα αυτήν τη στιγμή. Κι αυτός ο αγώνας δεν μπορεί παρά να στοχοποιεί την εργοδοσία, την κυβέρνηση, αλλά και τη συνδικαλιστική πλειοψηφία, προβάλλοντας το αίτημα να καταβληθούν μισθοί και δώρα, να μη γίνει καμιά απόλυση, να προηγηθούν οι εργαζόμενοι έναντι των πιστωτών σε περίπτωση πτώχευσης.
Αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας», Ριζοσπάστης, Πέμπτη 30 Ιούνη 2016.