«Η Ευρωπαϊκή Ενωση βασίζεται στην ελεύθερη οικονομία της αγοράς, γεγονός που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν την ελευθερία να ασκούν τις δραστηριότητές τους κατά το δοκούν. Ποια είναι λοιπόν τα όρια της παρεμβάσεως των κρατών - μελών, προκειμένου να διασφαλιστεί η εργασιακή ασφάλεια των εργαζομένων; Αυτό είναι το ζήτημα που το Δικαστήριο καλείται να επιλύσει στην παρούσα διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως».
Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από την πρόταση που έκανε ο γενικός εισαγγελέας προς το Δικαστήριο της ΕΕ για την υπόθεση των ομαδικών απολύσεων στα «Τσιμέντα Χαλκίδας». Ο τρόπος, με τον οποίο προσδιορίζει την ουσία της υπόθεσης, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το στόχο και το εύρος των ανατροπών που ετοιμάζουν κυβέρνηση - κεφάλαιο - ΕΕ στα Εργασιακά, μέρος των οποίων αποτελούν και οι ομαδικές απολύσεις.
Το θέμα δεν προέκυψε, βέβαια, από το πουθενά. Και σ' αυτό το ζήτημα η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ πήρε τη σκυτάλη από τις προηγούμενες, αναλαμβάνοντας να βγάλει σε πέρας τη βρώμικη δουλειά για λογαριασμό του κεφαλαίου.
Τι λέει στην πραγματικότητα η πρόταση του εισαγγελέα; Ότι η συμβατότητα κάθε νόμου με το ευρωενωσιακό Δίκαιο εξαρτάται από το κατά πόσο διευκολύνει ή τουλάχιστον δεν εμποδίζει την ελεύθερη δράση του κεφαλαίου.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το κείμενο της εισαγγελικής πρότασης, αυτό που εξετάζει το Δικαστήριο της ΕΕ είναι το αν η ελληνική νομοθεσία για τις ομαδικές απολύσεις εμποδίζει την ελευθερία εγκατάστασης και λειτουργίας μιας επιχείρησης, όπως προβλέπεται από τις θεμελιώδεις συνθήκες της ΕΕ.
Απ' αυτήν τη σκοπιά, το θέμα ξεπερνάει κατά πολύ το αν θα υπάρχει ή όχι «διοικητική έγκριση» των ομαδικών απολύσεων από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας. Το ζήτημα που ανοίγει το Δικαστήριο της ΕΕ είναι πολύ πιο βαθύ.
Αφορά στην άρση κάθε εμποδίου, που βάζει ο νόμος για τις ομαδικές απολύσεις στο αναφαίρετο δικαίωμα που αναγνωρίζεται στον εργοδότη να προσλαμβάνει και να απολύει ανάλογα με τις ανάγκες της παραγωγής, να κλείνει μια επιχείρηση όταν δεν του αποφέρει το προσδοκώμενο κέρδος ή να μεταφέρει τα κεφάλαιά του σε άλλη επιχείρηση ή και σε άλλο κλάδο.
Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος για τον οποίο το ζήτημα της πλήρους απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων, μαζί με άλλα μέτρα για τις Συλλογικές Συμβάσεις και τους μισθούς, έρχεται και ξανάρχεται σε κάθε μνημόνιο, σε κάθε διαπραγμάτευση.
Μάλιστα, σε έκθεση των ιμπεριαλιστικών οργανισμών τον Ιούνη του 2014, προβλεπόταν μέχρι το φθινόπωρο εκείνου του χρόνου να έχει νομοθετήσει η τότε συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ την άρση όλων των εμποδίων που κάνουν «δύσκαμπτη» την αγορά εργασίας, εξαιτίας των περιορισμών που προβλέπει η νομοθεσία για τις ομαδικές απολύσεις.
Επομένως, σε αμφισβήτηση δεν έμπαινε μόνο το «βέτο» του υπουργού Εργασίας, αλλά και τα όρια που προβλέπει ο νόμος για τις απολύσεις που μπορεί να κάνει μια επιχείρηση, ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολεί. Αυτό το έργο έρχεται να ολοκληρώσει τώρα η κυβέρνηση, έχοντας κερδίσει τα εύσημα του κεφαλαίου για την ικανότητά της να παραπλανά το λαό και να ενσωματώνει αντιδράσεις.
Αυτό που προκύπτει με βεβαιότητα είναι ότι η αλλαγή προς το χειρότερο του νόμου για τις ομαδικές απολύσεις έχει τη σφραγίδα του κεφαλαίου και υπηρετεί τα δικά του συμφέροντα. Εκεί πρέπει να στρέψει τα πυρά του ο λαός, οξύνοντας την αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, τα κόμματα και τις συνδικαλιστικές δυνάμεις που στοιχίζονται στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Όσο για τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ με τις οποίες λέει ότι θα νομοθετήσει η κυβέρνηση, η πρόταση του γενικού εισαγγελέα για τις ομαδικές απολύσεις καθιστά περιττή κάθε άλλη απάντηση.
Αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας», Ριζοσπάστης Τετάρτη 15 Ιούνη 2016.